
(Ο ΜΕΓΑΛΟΣ ΓΑΣΚΩΝΟΣ ΤΗΣ ΣΑΙΝΤΟΖΗΣ)
Γράφει ο αντιπρόσωπος του Γαλλικού Club petit gascon saintongeois στην Ελλάδα: κος Αντώνης Αντωνίου
Οι ρίζες του ιχνηλάτη αυτού είναι συγκεκριμένες μια και δημιουργήθηκε πριν από 160 χρόνια περίπου.
Τον βρίσκουμε ακόμη και κάτω από την ονομασία «chien de Virelade» γιατί ο σκύλος αυτός δημιουργήθηκε από τον Joseph de CARAYON-LATOUR, που κατοικούσε στον πύργο του Virelade.
Ο βαρόνος Joseph de CARAYON-LATOUR είχε σκύλους της Σαιντόζης, που προέρχονταν από τον κόμη Henri de ST-LEGIER που διατηρούσε σκύλους εκτροφής του μαρκησίου de
Οι σκύλοι της Σαιντόζης, λευκοί με βούλες μαύρες, είχαν λεπτό κεφάλι, μακριά και λεπτά αυτιά, λαιμό μακρύ και λεπτό, σώμα μακρύ και ελαφρύ, βαθύ στήθος, πατούσες ξερές του λαγού. Σκύλοι εύθραυστοι, χωρίς μεγάλη ενέργεια με προβλήματα λόγω της συνεχούς κλειστής αναπαραγωγής. Η φυλή όμως αυτή παρά την έλλειψη ενέργειας είχε το χάρισμα να ακολουθεί τα ίχνη με τόση σιγουριά και ευκολία που μεταφραζόταν σε ιδιαίτερα μεγάλη αγάπη για το κυνήγι.
Ο βαρόνος Joseph de CARAYON-LATOUR,αγαπούσε τα sports και ιδιαίτερα το κυνήγι. Ήταν αντίθετος με τις διασταυρώσεις, που την εποχή εκείνη ήταν της μόδας, με αγγλικά σκυλιά και αποφάσισε να δημιουργήσει καθαρούς γαλλικούς ιχνηλάτες.
Ο βαρόνος Ruble την ίδια εποχή είχε αδυναμία στην φυλή, που ήταν γνωστή ως σκύλος της Γασκώνης, φυλή το ίδιο παλαιά όπως η της Σαιντόζης.
Οι δύο αυτές φυλές ήταν του ίδιου ύψους και είχαν τα χαρακτηριστικά των γαλλικών φυλών, την λεπτή όσφρηση, ωραίες φωνές και μια αριστοκρατική και σίγουρη καταδίωξη.
Οι σκύλοι της Γασκώνης, μπλε με στίγματα μαύρα είχαν μεγάλο κεφάλι, μακριά και λεπτά αυτιά, τα χείλια να κρέμονται λίγο, την ράχη φαρδιά και τα πόδια πολύ δυνατά. Ήταν σκύλοι ιδιαίτερης υγείας, θαρραλέοι, ενεργητικοί, που κυνηγούσαν τον λύκο αλλά δεν αρνιόντουσαν και τον λαγό.
Στην περιοχή της Gironde, την ίδια εποχή, ο κ.Desfourniel είχε μια ομάδα γαλλικών ιχνηλατών που ήταν ονομαστοί για τον ομαδικό τρόπο εργασίας τους, τις ωραίες φωνές τους και την συγκρατημένης ταχύτητά τους κατά την καταδίωξη, που επέτρεπε στους συμμετέχοντες στο κυνήγι να απολαμβάνουν τον έξυπνο και αρμονικό τρόπο εργασίας τους.
Σύμφωνα με τον κατάλογο της πρώτης έκθεσης σκύλων στην Tuilerie 1863, οι πρώτες γαλλο-γαλλικές διασταυρώσεις έγιναν το 1837, άλλοι αναφέρουν το έτος 1846 και χρησιμοποιήθηκαν από τον βαρόνο Joseph de CARAYON-LATOUR σκύλοι από τις τρεις πηγές που αναφέραμε.
Το 1863 στην έκθεση που έγινε στο «Jardin des Tuilerie» τα Grand Gascon Saintongeois που παρουσίασε ο βαρόνος Joseph de CARAYON-LATOUR όχι μόνο κέρδισαν το πρώτο βραβείο της έκθεσης και τα συγχαρητήρια των μελών της κριτικής επιτροπής αλλά και τα συγχαρητήρια όλων των διαγωνιζομένων.
Τα Grand Gascon Saintongeois παρουσιάζουν αρετές που τα διακρίνουν από τις άλλες φυλές: την καταπληκτική μύτη (όσφρηση), την αγάπη για τα ίχνη που τα κάνει να κυνηγούν περισσότερο για την απόλαυση του ίχνους παρά για την επιβολή στο θήραμα, την με καταπληκτική ακρίβεια και επιμονή ιχνηλασία τους, την ταχύτητα της καταδίωξης που αλλάζει ανάλογα με τα ίχνη και τέλος την μεγάλη αντοχή τους κατά την καταδίωξη.
Οι αρετές αυτές υπάρχουν από τη γέννηση του σκύλου γι’ αυτό και σε λίγο χρονικό διάστημα Grand Gascon Saintongeois γνωρίζουν όσα μόνο μια μακρά εμπειρία μαθαίνει σε άλλους σκύλους.
Το πρώτο θήραμα που κυνήγησαν τα Grand Gascon Saintongeois ήταν ο λαγός. Μετά δοκιμάστηκαν με ιδιαίτερες επιδόσεις στον λύκο και κατόπιν στο ζαρκάδι και το αγριογούρουνο.
Τα τελευταία χρόνια με συνεχείς επιλογές κατάφεραν να έχουν σκύλους που να ανταποκρίνονται όχι μόνο στα μορφολογικά πρότυπα αλλά κυρίως στις σημερινές δύσκολες κυνηγετικές απαιτήσεις.
Ο δρόμος για μια τέτοια διαδικασία ήταν μακρύς και επίπονος. Το 1974 στα γαλλικά μητρώα ήταν γραμμένοι 9 σκύλοι. Χρειάστηκαν πέντε χρόνια για να υπάρξουν 50 γέννες ώστε το 1980 να υπάρχουν 125 εγγεγραμμένοι σκύλοι και το 1992 να είναι 752. Σήμερα οι εγγραφές είναι γύρω στις 1200.
Ο Μεγάλος Γασκώνος της Σαιντόζης έχει μακρόστενο κεφάλι με το ινιακό οστό, πολλές φορές, να έχει έντονη παρουσία, μαύρη μύτη, το ρύγχος λίγο κυρτό, τα αυτιά μεγάλα, λεπτά, κάτω από την γραμμή των ματιών και φθάνουν τουλάχιστο μέχρι την άκρη της μύτης. Το χρώμα του είναι λευκό με στίγματα ή με μεγάλες βούλες μαύρες. Δεξιά και αριστερά του κρανίου υπάρχουν δυο μαύρες περιοχές που καλύπτουν τα αυτιά τη γύρω περιοχή των ματιών και καταλήγουν στα μάγουλα που έχουν ξανθοκόκκινο χρώμα επάνω σε άσπρο. Το ίδιο ξανθοκόκκινο χρώμα βρίσκουμε σε δυο βούλες πάνω από τα μάτια και στο εσωτερικό άκρο των αυτιών. Σε ορισμένα άτομα βρίσκουμε στο πίσω μέρος των γλουτών, πάνω από τους αστραγάλους ένα χρώμα γκρι πεσμένου φύλλου, το «σημάδι του ζαρκαδιού» όπως συνηθίζεται να λέγεται.
Διακρίνεται για την αριστοκρατική του εμφάνιση, και τον ήπιο χαρακτήρα του. Μαθαίνει με ιδιαίτερη ευκολία να κυνηγά. Είναι σκύλος ιχνηλάτης «προσεγγιστής» του θηράματος. Διαθέτει λεπτή όσφρηση, πράγμα που του επιτρέπει να ακολουθεί πάντα τον αρχικό ντορό. Όταν βρει τα ίχνη του θηράματος δίνει με τη φωνή του σήμα που το επαναλαμβάνει κάθε φορά που ξεμπερδεύει καταστάσεις. Η φωνή αλλάζει όταν φθάσει κοντά στο θήραμα και στην καταδίωξη είναι απόλαυση να ακούει κανείς την δυνατή χαρακτηριστική φωνή του να αλλάζει τόνους, να μετατρέπεται σε μακρόσυρτους λαρυγγισμούς.
Χρησιμοποιείται στο κυνήγι του λαγού, του αγριόχοιρου και του ζαρκαδιού. Καλό είναι όταν πρόκειται να αγοράσουμε κάποιο κουτάβι να γνωρίζουμε αν οι γονείς του χρησιμοποιούνται στο κυνήγι και μάλιστα σε ποιο θήραμα.