Άρθρο του συνεργάτη μας Σταμάτης
Ματζαρλής.
Αφιερωμένο σε
όσους έχουν «μεγάλη ιδέα για τα σκυλιά τους» και δεν κλείνουν το στόμα τους
μέχρι να φάνε την πρώτη «τάπα».
Όλα άρχισαν ένα όμορφο πρωινό του
Σεπτέμβρη. Είχα κανονίσει με δυο φίλους μου, το Γιώργο και το Θεόδωρο να πάμε
για πέρδικες. Θα πηγαίναμε σε κάποιο βουνό της Δράμας, στο οποίο είχαμε
εντοπίσει κάποια πουλιά για να κυνηγήσουμε.
Ο καιρός ήταν ζεστός, οι βροχές λίγες
και τα πουλιά που είχαμε εντοπίσει (3 κοπάδια) ήταν χαμηλά και μέσα στα πυκνά.
Το έδαφος ήταν βραχώδης με μεγάλους θάμνους. Όλα αυτά αποτελούσαν αρνητικούς
παράγοντες και ξέραμε τι είχαμε να αντιμετωπίσουμε παρόλα αυτά αποφασίσαμε να το ρισκάρουμε.
Δώσαμε λοιπόν ραντεβού χαράματα και
φορτώσαμε τα σκυλιά. Θα πηγαίναμε με το αυτοκίνητο του Γιώργου. Έτσι λοιπόν
ξεκινήσαμε για μια ακόμη έξοδο.
Ο φίλος μου ο Θεόδωρος είχε ένα σκύλο
πόιντερ του ΒΕΝ που ήταν 5 ετών και φυσικά ήταν έμπειρος επάνω στα πουλιά.
Ο Γιώργος ένα ζευγάρι σέτερ τις
«ΣΚΥΛΑΡΕΣ» όπως αποκαλούσε, ηλικία 5 και 6 ετών «υψηλών προδιαγραφών».
Εγώ είχα ένα νεαρό πόιντερ τον ΤΖΟΝΥ
που ήταν μόλις 11 μηνών. Δεν είχε την εμπειρία των άλλων σκύλων αφού του είχα
δείξει λίγα πουλιά πριν την έναρξη της σεζόν. Είχε όμως πολύ πάθος και όρεξη
για κυνήγι πράγμα που μου έδινε κουράγιο.
Όταν φτάσαμε καθίσαμε να ακούσουμε.
Σε λίγο ξημέρωνε και πουλιά δεν ακούσαμε! Έτσι ετοιμαστήκαμε για να ξεκινήσουμε
και βγάλαμε τα σκυλιά.. Ο Γιώργος μόλις
είδε τον ΤΖΟΝΥ σπαρτάρισε στα γέλια και άρχισε τα πειράγματα. «Τι τον έφερες εδώ, σίγα
μην βρει τα πουλιά, εδώ έχουμε
¨σκύλαρες¨…» και τα σύνηθες πειράγματα που γίνονται σε αυτές τις
περιπτώσεις. Από την άλλη γελούσε και ο
Θεόδωρος με τα λεγόμενα του Γιώργου. Τους απάντησα λέγοντας τους ότι ¨γελάει καλύτερα όποιος γελάει
τελευταίος ¨ και ότι ¨ στον στραβό τον
πελεκάνο ο Θεός φτιάχνει φωλιά¨.
Αρχίσαμε λοιπόν την αναζήτηση αφού
βέβαια πήραμε και τις ανάλογες αποστάσεις ο ένας απ΄τον άλλον για να μπορέσουμε
να ψάξουμε καλύτερα τις πλάγιες. Όλα τα
σκυλιά ξεκίνησαν με πολλή όρεξη για κυνήγι το ίδιο και ο πιτσιρικάς. Σαν να έλεγε
«αφεντικό θα τις βρω για να τους βάλουμε τα γυαλιά». Για κακή μας τύχη
συναντήσαμε έναν συνάδελφο κυνηγό που έψαχνε πατήματα από γουρούνια για να
κάνει η παρέα τους παγάνα και μας είπε ότι σήκωσε το ένα κοπάδι το όποιο
καρφώθηκε σε κάτι απόκρημνα βράχια και δεν ήταν δυνατόν να κυνηγήσουμε. Όντως
παρακάτω διαπιστώσαμε την αλήθεια. Βρήκαμε μόνο ίχνη πουλιά πουθενά. Η ώρα περνούσε, ο ήλιος ανέβηκε ψηλά και η ζέστη
γινόταν όλο και πιο ενοχλητική. Ο ΤΖΟΝΥ
όμως δεν το είχε βάλει κάτω λες και έβαλε στοίχημα με τον εαυτό του να βρει τα πουλιά
για να ¨δικαιωθούμε¨.
Η ώρα είχε πάει 10:30 και συνάντησα
τον Θεόδωρο ο οποίος μου είπε ότι ήταν άτυχος γιατί δε μπόρεσε να στριμώξει το
άλλο κοπάδι γιατί το μέρος εκεί ήταν πυκνό με αποτέλεσμα να μη δει την πορεία
τους. Απελπισμένος μου είπε ότι θα έπαιρνε μια διπλανή πλαγιά για να γυρίσει
στο αυτοκίνητο το οποίο απείχε τουλάχιστον 2:30 με 3 ώρες κυνηγώντας από το
σημείο εκείνο που συναντηθήκαμε. Εγώ θα πήγαινα από την άλλη πλευρά για
ανταμώσω το Γιώργο.
Αφού πότισα τον ¨μικρό¨ συνέχισα την
πορεία μου. Σε λίγο βλέπω και τον Γιώργο. Δεν είχε βρει τίποτα και οι
¨ΣΚΥΛΑΡΕΣ¨ του παραπατούσαν από την κούραση από τη ζέστη αφού είχαν καταναλώσει
όλο το νερό. Είχε πάει είδη 11:00. Δεν τον πείραξα και συνεχίσαμε παρέα δίπλα
δίπλα για το αυτοκίνητο με τον ¨πιτσιρίκο¨ ακούραστο εργάτη μπροστά να μη το
βάζει κάτω. Η ώρα περνούσε και ο ΤΖΟΝΥ εκεί ΠΕΙΣΜΑ. Για κάποια λίγα λεπτά
σταματήσαμε με το Γιώργο για να πάρουμε καμιά ανάσα. Έβλεπα τον μικρό να
δουλεύει και λέω ¨Θεούλη μου δες πως δουλεύει ο μικρός . Γιατί δε τον ρίχνεις
σε μερικά πουλιά να ξεστραβωθεί¨;
Αφού ξεκινήσαμε πάλι διαπιστώσαμε ότι
ο ¨πιτσιρικάς¨ είχε εξαφανιστεί. Πήγα προς την πορεία που πήγε ο μικρός για να
τον βρω με την ελπίδα να το δω σταματημένο με πουλιά. Το μέρος είχε ψηλούς
θάμνους και απουλιάνες με χορτάρι και βράχια ιδανικό για να κρατήσει κοπάδι.
Όπως ξεπρόβαλα σε μια απουλιάνα δεν πίστευα στα μάτια μου. Ο ΤΖΟΝΥ ήταν
αγαλματάκι μπροστά από κάτι ψηλούς θάμνους. Γεμάτος χαρά και κρατώντας την
ψυχραιμία μου κοίταξα μήπως είναι δίπλα μου ο Γιώργος για να κλείσουμε τα
πουλιά. Αφού δεν τον είδα (ήταν λίγο πιο χαμηλά) προχώρησα στο σκύλο έπιασα μια
καλή θέση. Το ¨στροφόμετρο δούλευε στα κόκκινο¨. Η στιγμή που περιμένει ο
καθένας μας όταν βγαίνει για κυνήγι είχε φτάσει. Κάνω θόρυβο για να ξεσηκώσω τα
πουλιά. Σε κλάσματα μέσα από τους θάμνους πετιέται το κοπάδι. Κάνω 3 τουφεκιές
και κρατάω 2 πουλιά από τα 8 που ήταν αφού μετά μέτρησα τα υπόλοιπα 6. Η χαρά
μου και του ΤΖΟΝΥ ήταν απερίγραπτη και το χαμόγελο έφτανε μέχρι τα αυτιά μου. Ο
ΤΖΟΝΥ τις βρήκε και από χαρά έκανε παιχνίδια σαν να τις έλεγε ¨σας βρήκα, σας
βρήκα¨. Τα πουλιά πέρασαν κι από το Γιώργο, λίγο μακριά βέβαια, τα έκανε 2
τουφεκιές χωρίς αποτέλεσμα και χάθηκαν από τα μάτια του.
Αφού πήρα τις 2 πέρδικες και
αντάμειψα τον ¨μικρό¨ γέμισα και είπα να κάνω καμιά σβούρα εκεί γύρω μήπως
ξέμεινε καμιά. Δεν είχα άδικο! Δεν πήγα
20 μέτρα και ο μικρός ξεναφερμάρει δίπλα σε κάτι βραχάκια. Σηκώνονται 2 πουλιά
και κρατάω το 1, το άλλο δεν πήγε πολύ μακριά και το είδα που κάθισε. Πήγα κατά
κει και με λίγη βοήθεια ο ΤΖΟΝΥ το σήκωσε και το χτυπάω .Εκείνη τη στιγμή
ξεπροβάλει και ο Γιώργος και βλέπει το μικρό να έχει την πέρδικα και να την
φέρνει καμαρωτός. Ήταν η στιγμή της εξιλεώσεως. Ο Γιώργος με ρωτάει τι έκανα
και εγώ του δείχνω τον μικρό με την πέρδικα και τις άλλες 3. Όσοι έχετε βρεθεί
σε παρόμοιες φάσεις θα ξέρετε την
αντίδραση του άλλου δεν πίστευε στα μάτια του. Είχε πάει 12:30 και πήραμε το
δρόμο για το αυτοκίνητο. Από δω και πέρα ήταν η ¨σειρά μας¨.
Ο ΤΖΟΝΥ με δικαίωσε και δεν σταμάτησα
να πειράζω το Γιώργο σε όλη την διαδρομή. Φτάσαμε στο αυτοκίνητο και τα είπα
στον Θεόδωρο που έσκασε στα γέλια. Η χαρά της παρέας ήταν μεγάλη γιατί
ανταμειφτήκαμε και τα πειράγματα συνεχίστηκαν στον Γιώργο για αρκετές
μέρες.