Δεν ξέρω πως στις αράδες που παρακάτω σκέφτομαι να γράψω, θα μπορέσω να περιγράψω συναισθήματα χαράς, απογοήτευσης, θυμού, αλλά περισσότερο λύπης. Λύπης για τον χαμό του επί 4 χρόνια πιστού συντρόφου μου στις κυνηγετικές μου εξόδους, του Ντιούκ.
Θυμάμαι σαν να ήταν τώρα την πρώτη φορά που τον είδα αυτή ήταν στην Θεσσαλονίκη, εκεί όπου είχα πάει για να δοκιμάσω κάποια σκυλιά από ένα γνωστό και φίλο μου κυνοτρόφο. Εκείνο το σαββατοκύριακο θα είχα δει πάνω από 20 ζώα και αν και τα περισσότερα ήταν πολύ καλά και από εξαιρετικές γραμμές αίματος, κανένα δεν μου έδειχνε αυτό το κάτι, που και εγώ καλά καλά δεν ήξερα τι ήταν, για να το ξεχωρίσω. Κάποια στιγμή από το τρείλερ βγήκε ένα υψηλόσωμο και δυνατό ζώο. Αμέσως χύθηκε στον κάμπο λες και προσπαθούσε να φτάσει σε κάποιο τέρμα, μάταια ο εκπαιδευτής του προσπαθούσε να το γυρίσει κοντά μας. Θυμάμαι ο φίλος μου και ιδιοκτήτης του σκύλου, αμέσως είπε στον εκπαιδευτή να ετοιμάζει να βγάλει ένα άλλο ζώο. Εμένα όμως η ματιά μου είχε κολλήσει στον γεμάτο ένταση και ορμητικότητα καλπασμό αυτού του ζώου. «Δεν χρειάζεται» του είπα, αυτόν θα πάρω. Μάταία ο φίλος μου προσπαθούσε να με πείσει ότι με ένα τέτοιο ζώο η κούραση θα είναι διπλή και ότι αν δεν στρέψω την ορμητικότητα του στο κυνήγι, τότε το παιχνίδι θα χάνονταν μιας για πάντα. Οι λέξεις μου ήταν και πάλι «αυτόν θα πάρω», βλέποντας την εμμονή μου και καταλαβαίνοντας ότι δεν θα άλλαζα γνώμη, δώσαμε τα χέρια και από τότε ξεκίνησαν οι δυστυχώς σύντομες κυνηγετικές περιπλανήσεις μου με τον Ντιούκ.
Δεν θα ξεχάσω ποτέ τον ισχυρότατό χαρακτήρα αυτού του ζώου, όταν από κουτάβι έκανε αυτό που αυτό πάντα ήθελέ και που ομολογουμένως πολλές φορές καταντούσε ενοχλητικό. Δεν θα ξεχάσω τον γεμάτο δύναμη και αυθορμητισμό χαρακτήρα του και τις ώρες που είχα περάσει προσπαθώντας να τον κάνω να κυνηγάει και για μένα και όχι μόνο για τον εαυτό του.
Ώρες ατέλειωτες στα χωράφια για να μάθει ο ένας το άλλον, όσο και αν προσπάθησα ποτέ δεν κατάφερα να τον χειριστώ πλήρως. Σε ζώα με τόσο έντονη προσωπικότητα σαν τον Ντιούκ, το κυνήγι γίνονταν με ανοχή και από τα δύο μέρη, όσο και αν με ανέχονταν, πάντα ζητούσε από εμένα να ανεχτώ και εγώ κάποιες ιδιοτροπίες του.
Δεν θα ξεχάσω την πρώτη φορά που φερμάρισε στην μυρωδιά μια πέρδικας, την ένταση που έδειχναν τα μάτια του, ούτε και την μανία με την οποία την απορτάριζε. Κυνηγούσε αδιάκοπα με ένα σταθερό ρυθμό και πάντα με την μύτη στον αέρα. Έφτανε στην μυρωδιά και σταματούσε σε φέρμες τυπικότατές, εξαιρετικής ομορφιάς για το στάνταρ της φυλής του. Δεν σταματούσε όσο δύσκολο και αν ήταν το βουνό, όση ζέστη και αν είχε, γι’ αυτό το θήραμα ήταν σε πρώτη προτεραιότητα. Φέτος δεν θα ξεχάσω πόσες φορές τον «πρόδωσα» στις Ορεινές πέρδικες, όταν στις 2 το μεσημέρι συναντούσε το κοπάδι με εμάς να σερνόμαστε πίσω του και αυτός να εξαφανίζεται προσπαθώντας να τις ξαναβρεί.
Η χρόνια που μας πέρασε και την οποία ο Ντιούκ δυστυχώς δεν μπόρεσε να ολοκληρώσει, ήταν ίσως μια από τις καλύτερες του, μιας και ο σκύλος ήταν σχεδόν 4 χρόνων και πλέων γνώριζε σχεδόν όλα τα θηράματα αρκετά καλά. Οι προσδοκίες μου για τις επόμενες ήταν ακόμα πιο μεγάλες, όμως καμία φορά τα πράγματα δεν μας έρχονται όπως τα υπολογίζουμε. Ο Ντιούκ μου άφησε πίσω φωτογραφίες, αναμνήσεις, αλλά και μια κόρη του, που είναι τώρα 4 μηνών και που κοιτώντας τα μάτια της βλέπω τον τόσο γρήγορα και άδικα χαμένο σύντροφο μου. Μου άφησε και την ελπίδα να ξαναδώ την ορμή και την δύναμη που έβλεπα σε αυτόν, από την κόρη του. Μα πάνω από όλα μου αφήνει πάντα ένα κόμπο στον λαιμό, κάθε φόρα που τον φέρνω στον μυαλό μου.
Καλό σου ταξίδι φίλες στους κυνηγότοπους που τώρα πλέων θα κυνηγάς, ας είναι γεμάτους θηράματα τα καταπράσινα λιβάδια που πλέων θα καλπάζεις, χωρίς τίποτα πλέων να μπορεί να κόψει την ορμή σου.
(πρώτη δημοσίευση Μάρτιος 2004 www.kinigotopos.gr)