Η 15η
Σεπτεμβρίου κάθε χρονιάς είναι για εμάς που αγαπάμε το κυνήγι με σκύλο, είτε
αυτός είναι φέρμας, είτε ιχνηλάτης η μέρα με την μεγαλύτερη προσδοκία για την
συνάντηση μας με τα ενδημικά, και πολυτραγουδισμένα θηράματα, τον λαγό και την
πέρδικα. Δυο θηράματα τα οποία επάξια
κατέχουν τις πρώτες θέσεις στον πίνακα δυσκολίας, αλλά και στις καρδίες όλων
μας.
Μαζί όμως με το άνοιγμα το κυνηγίου τους, και
ένας κυκεώνας προβλημάτων ξεκινάει για τον σωστό κυνηγό, ένα σωρό προβλήματα,
από τα οποία τα περισσότερα σχεδόν οφείλονται στην ανύπαρκτη κυνηγετική παιδεία
των κυνηγών, αλλά και στην εν γένει παιδεία όλων όσων θα θελήσουν να κυνηγήσουν αυτά τα εξαιρετικά
θηράματα.
Σε αυτό εδώ το άρθρο, και με αφορμή δύο
πραγματικά περιστατικά, τα οποία συνέβησαν στον γράφων και στον συγκυνηγό του,
το ένα στις 15/09/2001, και το δεύτερο στις 6/10/01, θα προσπαθήσουμε στο
μέγεθος που μπορούμε, να αναλύσουμε την συμπεριφορά συναδέλφων μας κυνηγών,
αλλά και να προβληματιστούμε από την συμπεριφορά ορισμένων από εμάς. Ας
ξεκινήσουμε όμως με την εξιστόρηση των δυο προαναφερομένων περιστατικών.
Με το άνοιγμα της πέρδικας και με δεδομένη την
αδυναμία μας για αυτό το θήραμα, ξεκινήσαμε πρωί εγώ με τον φίλο μου τον Γιώργο
για την πολυπόθητη συνάντηση μας με την χιλιοτραγουδισμένη πέρδικα. Η ώρα ήταν
05:30 όταν φτάσαμε στον τόπο στον οποίο είχαμε αποφασίσει να κυνηγήσουμε. Στον
τόπο αυτόν βρήκαμε ακόμα δύο παρέες, με τους οποίους αφού καλημεριστήκαμε,
κανονίσαμε το τόπο στον οποίο θα κυνηγούσε η κάθε παρέα, όμορφα και
πολιτισμένα, όπως από κάθε κυνηγό θα πρέπει να γίνεται για να αποφεύγονται οι
παρεξηγήσεις. Με το πρώτο φως της αυγής ξεκινήσαμε και εγώ με τον Γιώργο, και
ενώ οι πρωινοί φίλοι μας είχαν φύγει τουλάχιστον 15 λεπτά πριν από εμάς. Η μέρα
αν και ζεστή, ήταν ευνοϊκή τόσο για μας, όσο και για τα σκυλιά μας, τα οποία
πραγματικά εργάζονταν πάνώ στην καυτή πέτρα, με περίσσιο φιλότιμο και
αυταπάρνηση. Έτσι η συνάντηση μας με την λεβεντοπερπατούσα δεν άργησε να έρθει.
Η σκύλα μου κατάφερε νωρίς να βρει το κοπάδι το οποίο όμως, περπατούσε πολύ και
την παίδευσε αρκετά. Κάποια στιγμή όμως, και ενώ η σκύλα μου ακολουθούσε το
κοπάδι ποντάροντάς συνεχώς, μία πέρδικα που πιθανόν εσκεμμένα είχε μείνει πίσω,
για να παρασύρει το σκυλί σε αντίθετη κατεύθυνση με την κατεύθυνση του
κοπαδιού, αναγκαστικέ να σηκωθεί. Με έκπληξη τότε άκουσα δυο τουφεκιές με στόχο
την πέρδικα που σήκωσε η δική μου σκύλα, προσπάθησα να μείνω ήρεμος και να
συνεχίσω να ψάχνω για το κοπάδι. Όταν τελικά μπορέσαμε να σηκώσουμε το κοπάδι,
και καταφέραμε να το σπάσουμε σε μια πλάγια πίσω μας, τότε είδα το «μεγαλείο»
του Έλληνα κυνηγού. Και οι δυο πρωινές παρέες είχαν ακούσει τις τουφεκιές και
για άγνωστο λόγο είχαν έρθει γύρω – γύρω από το σημείο στο οποίο είχαμε εμείς
σκορπίσει τα πουλιά. Είδα τότε «κυνηγούς» να πετούν πέτρες για να σηκώσουν τα
πουλιά, την ώρα μάλιστα που τα δικά μας ήταν σε φέρμα, είδα σκύλους τέλειας
μορφολογίας να πηγαίνουν πίσω από τα αφεντικά τους και εκείνοι αντί να κάνουν
κάτι με τα σκυλιά τους, να προσπαθούν να χτυπήσουν κάποια από την πέρδικες που
θα έφευγε από εμάς. Είδα, είδα, είδα, είδα τόσες τραγελαφικές έως τραγικές σκηνές που προτίμησα να φύγω
πάρα να κάτσω και να στεναχωριέμαι με την όλη κατάσταση που σε τελική ανάλυση είχε
αρχίσει να γίνετε και επικίνδυνη.
Το επόμενο περιστατικό έλαβε χώρα 20 μέρες
αργότερα, πάλι εγώ με την παρέα μου τον Γιώργο ξεκινήσαμε ένα ωραίο πρωινό για
τον αγαπημένο μας κυνηγότοπο. Εκεί και αφού ακούσαμε τα πουλιά, ξεκινήσαμε
πάντα με την ανυπομονησία που χαρακτηρίζει κάθε κυνηγό για το αντάμωμα του με
τα πουλιά. Αρκετά πρωί βρήκαμε το κοπάδι και με το πρώτο σήκωμα μπορέσαμε να
πάρουμε ένα πουλί, είδαμε το κοπάδι προς τα πού «στεφάνωσε» και αν και η πορεία
που έπρεπε να κάνουμε, ήταν αρκετά μεγάλη, με την δύναμη που σου δίνει αυτό το θήραμα
αποφασίσαμε να τις ξαναβρούμε. Η πορεία ήταν όντως κουραστική, αλλά μετά από
μίση ώρα και κάτι παραπάνω, φτάσαμε στο μέρος που είχαμε δει τα πουλιά να
«διπλώνουν», αμέσως μετά ο σκύλος του
φίλου μου πήρε μια πολύ θεαματική φέρμα και καταλάβαμε ότι τα πουλιά τα είχε
καλά μπροστά του. Εγώ ήμουνα αρκετά μακριά και δεν μπορούσα έγκαιρα να πλησιάσω
σε θέση βολής, ο φίλος μου όμως που έβλεπε τον σκύλο του να έχει μπλοκάρει τα
πουλιά σε μια σάρα, ορθά σκεφτόμενος ακολούθησε μια πορεία όχι κατευθείαν πάνω
στα πουλιά, αλλά πλάγια ούτος ώστε να βρεθεί όπως και έπρεπε να κάνει, κάτω από
τα πουλιά. Εκείνη όμως την ώρα και ενώ ο Γιώργος προσπαθούσε όσο πιο αθόρυβα να
κατέβει χαμηλά, και ενώ εγώ παρακολουθούσα όλη την εξέλιξη με μεγάλη αγωνία
είδα έκπληκτος τρία άτομα να κατεβαίνουν την σάρα με κατεύθυνση τα πουλιά, με
όση φασαρία και ορμή μπορούσαν να έχουν. Προφανώς είδαν ένα σκυλί φερμαριστό
χωρίς να έχουν δει τον Γιώργο, και θεώρησαν κάλο να πάνε προς τα πάνω του με
την προσδοκία να σηκώσουν αυτοί τα πουλιά. Όπως ήταν φυσικό τα πουλιά σηκώθηκαν
εύκολα μετά από τόση φασαρία, και μιας και κανείς δεν τους έκλεινε την φυγή
προς τα κάτω, καθώς ο Γιώργος δεν είχε προλάβει να πάρει θέση, το μόνο που
μπορέσαμε να κάνουμε ήταν να τα «φωτογραφίσουμε».
Οι σκηνές που ακολούθησαν ήταν απείρου κάλους,
με τους τρεις κατά λάθος κυνηγούς να προσπαθούν να σκαρφιστούν ότι δικαιολογία
τους έρχονταν στο μυαλό, και τον φίλο μου να είναι σε έξαλλη κατάσταση.
Ότι όμως και να έγινε μετά, αυτό το οποίο μας
έμεινε ήταν η πικρία για την συμπεριφορά ορισμένων από εμάς, και μια σειρά από
αναπάντητα «γιατί»;
Γιατί φίλε περδικοκυνηγέ δεν εκπαιδεύεις τους
σκύλους σου έγκαιρα, για να έχουν τις δυνάμεις να πάνε μπροστά από εσένα να
εντοπίσουν τα πουλιά, και να μην αναγκάζεσαι να κανείς την «Βερούλη» πετώντας
πέτρες;
Γιατί δεν ρωτάς και δεν διαβάζεις, για την
βιολογία και τις συνήθειες του θηράματος που θες να κυνηγήσεις, έτσι ώστε να το
κυνηγάς σωστά;
Γιατί δεν σέβεσαι τους κόπους και την κούραση
ανθρώπων και σκύλων, αλλά προσπαθείς ανώδυνα να επωφεληθείς τους κόπούς άλλων;
Γιατί θέλεις να καρπωθείς ένα από τα πιο
ευγενή θηράματα με πλάγιους τρόπους, και δεν θέλεις να απολαύσεις μια ωραία
φέρμα, ένα ανάλογο ξεπέταγμα, και μια αντάξια του ονόματος του κυνηγού,
αναμέτρηση σου με το θήραμα;
Πρέπει όλοι μας να καταλάβουμε ότι
περδικοκυνηγός δεν είναι αυτός που κυνηγά πέρδικες, περδικοκυνηγός είναι
χαρακτηρισμός αυτού που δεν διστάζει να ματώσει στο βουνό κυνηγώντας το θήραμα
αυτό, είναι αυτός που βάζει πάνω από όλα τα θηράματα την πέρδικα, και δεν κατεβαίνει
από το βουνό παρά μόνο με την λήξη του κυνηγίου της. Είναι αυτός που δεν αφήνει
το βουνό με το άκουσμα και μόνο της εμφάνισης μίας μπεκάτσας. Και τέλος
περδικοκυνηγός είναι αυτός που είναι και στο ήθος αντάξιος αυτού του θηράματος.
Τελικά μήπως όλοι μας θα πρέπει να κάτσουμε
στα θρανία για να διδαχθούμε όχι μόνο πως θα πρέπει να κυνηγάμε τα διάφορα
θηράματα αλλά και το πώς θα πρέπει να φερόμαστε και στους γύρω μας. Γιατί ο
κυνηγός θα πρέπει να είναι περά από αθλητής και άνθρωπος .!!!