Βιβλία και Έντυπα
Θα ήθελα να ευχαριστήσω ιδιαιτέρως
τον Εκτροφέα-Κυναγωγό κ. Γιάννη Ανθόπουλο, για το άρθρο που με τη ευκαιρία
συμπλήρωσης ενός έτους λειτουργίας του kinigotopos μας έγραψε. (πρώτη δημοσίευση άρθρου Δεκέμβριος 2004)
Πέρα από το εξαιρετικότατο ύφος γραφής
του, το παρακάτω άρθρο καταδεικνύει μέσα από τις προσωπικές εμπειρίες ενός από
τους κορυφαίους στην Ελλάδα εκτροφείς και κυναγωγούς Επανιέλ Μπρετόν, την
ανάγκη της σωστής και έγκυρης ενημέρωσης που ο κυνηγετικός κόσμος χρειάζεται,
αλλά και το πόσο σημαντική είναι η δουλεία και η προσπάθεια όλων μας,
ηλεκτρονικών και έντυπων μέσων, σε αυτή την κατεύθυνση.
Αγαπητέ Γιάννη σε ευχαριστούμε πολύ.
Άρθρο του
κυνοτρόφου – κυναγωγού Επανιέλ Ανθόπουλου Γιάννη
Πέρασαν κιόλας
τρεις και παραπάνω δεκαετίες καθώς γυρίζω πίσω την ταινία της ζωής μου στα
χωράφια του χωριού μου στην Τριανταφυλλιά Σερρών. Ώρα 03.30΄,χάραμα,
κατακαλόκαιρο στο κάρο που το έσερνε ο Ντορής, το μεγάλο άλογο, να πηδά στον
καρόδρομο κι εγώ σκεπασμένος από κουβέρτες να προσπαθώ να χορτάσω τη νύστα
μου. "Άϊντε Ντορή!" άκουγα τότε τη φωνή του πατέρα μου και το κεφάλι
μου τιναζόταν σε κάθε λακκούβα του πετρόδρομου στην πορεία για το καπνοχώραφο.
Περίπου μισή ώρα ταρακούνημα και μετά "Όπα Ντορή!'. Με γρήγορες
κινήσεις οι γονείς μου ξεπέζευαν το άλογο και άρχιζαν βιαστικοί το 'σπάσιμο'
στα δροσερά από τη νύχτα καπνόφυλλα, για να τα κάνουν μικρά δεματάκια. Αργότερα
με την ανατολή του ήλιου θα τα μάζευα εγώ βάζοντας τα με προσοχή μέσα στα
μεγάλα πλεχτά καλάθια, για να τα βελονιάσουμε στο χωριό.
Ξημέρωνε ,τα αστέρια τρεμόπαιζαν στον ουρανό και οι πρώτες αχτίδες του ήλιου
έκλεβαν τη λάμψη τους. "Τώρα-τώρα, όπου να' ναι θα φωνάξουν" και
πράγματι ποτέ δεν έκανα λάθος, με το πρώτο χάραμα με καλούσαν οι πέρδικες μας.
Λέω πέρδικές μας, γιατί τότε, ότι βρισκόταν στα χωράφια του χωριού μας τα
θεωρούσα δικά μου. Δίπλα μου κοντά στο πλευρό μου κούρνιαζε ο Αζώρ, το άσπρο
μπάσταρδο σκυλί μας που λόγω του μικρού του ύψους και αφού δεν ήταν κυνηγόσκυλο
(γκέκας) ήταν ράτσα 'σπιτόσκυλο'. "Γρήγορα Αζώρ! Πάμε πριν βγει ο ήλιος
να τις βρούμε! ¨'Έφευγα κρυφά από το κάρο έχοντας στα χέρια μου ένα εργαλείο
μεταλλικό που θύμιζε τσεκούρι και σκυφτός περνούσα μαζί με τον Αζώρ δίπλα από
τους γονείς μου που έσπαζαν τα φύλλα του καπνού με το φως ακόμη του Λουξ.
"Σιγά Αζώρ! Θα φύγουν. Σιγά!" και τον κρατούσα από τις πλούσιες
τρίχες τις ράχης του. Μάταια όμως. Ο Αζώρ μου έφευγε και ορμούσε στις πέρδικες
με μανία που ενθουσίαζε, καθώς σβούριζε έχοντας τη μύτη κολλημένη στη γη,
γυρίζοντας δεξιά αριστερά για να τις βρει και να τις ξεπετάξει. Έτρεχα κοντά
του για να μπορέσω με το σήκωμα να πετάξω το τσεκούρι μου μήπως πετύχω καμία,
πράγμα που δεν έγινε ποτέ. "Κρρρ! Κρρρ! Κρρρ!" .Μπρος, πίσω μου,
δεξιά μου, αριστερά μου, παντού πεταγόταν πέρδικες και η καρδία μου φτερούγιζε
από αγωνία και ενθουσιασμό, το σκίρτημα του κυνηγετικού μου ενστίκτου ίσως.
Πετούσα με όση δύναμη είχα το τσεκούρι μου στην πορεία κάποιας από τις άλλες
πέρδικες που πετάγονταν γύρω μου χωρίς να βρω στόχο.
"Γιάννη έλα να μαζέψεις το καπνό" έλεγε ο πατέρας μου γελώντας, βλέποντάς
με στην άκρη του χωραφιού να κοιτάζω το κοπάδι με τις πέρδικες να απομακρύνεται
πετώντας 'σα στούκας', έτσι έλεγα.
Μεγάλωσα κι απέκτησα ένα λαγόσκυλο δώρο από τον κυρ-Ανέστη. "Δε θα τον χαϊδεύεις
πολύ τον γκέκα, για να ανοίγεται". Και καθώς μεγάλωνε ο Τζάκος, εγώ δεν
έπαιζα μαζί του, για να μην τον χαλάσω. Όταν τον πήγα στο βουνό, δε μπορούσα να
τον ελέγξω, έφευγε μακριά και κυνηγούσε τις περισσότερες φορές αλεπού. Γυρνούσε
όποτε ήθελε κι εγώ δεν ήξερα αν θα έπρεπε να τον μαλώσω, επειδή έκανε του κεφαλιού
του.
Μετά από το στρατό αποφάσισα να αποκτήσω μια φέρμα, και λόγω του μικρού χώρου
που είχα στο μπαλκόνι του διαμερίσματός μου στη Θεσσαλονίκη, σκέφτηκα να
αποκτήσω ένα Επανιέλ Μπρετόν. "Τα ασπρόμαυρα είναι γνήσια;" με
ρωτούσαν. "Ναι. Έχει και χαρτιά F.C.I." έλεγα για τη μικρή μου
Άσκα. Οι συμβουλές έδιναν κι έπαιρναν μπερδεύοντας το μυαλό μου. "Να τη
σφυρίζεις, να’ ναι κοντά σου." ,"να μην αφήνεις να τη χαϊδεύουν
άλλοι.", "όταν φερμάρει, να της λες 'Πάρτο', να ορμάει στο
θήραμα." Και άλλα.
Μια μέρα στο περίπτερο της γειτονιάς είδα ένα περιοδικό κυνηγετικό. Το πήρα και
άρχισα να το διαβάζω προσεκτικά ρουφώντας όλες τις λέξεις μία-μία. Και άρχισα
να αγοράζω, ότι περιοδικό και βιβλίο υπήρχε για κυνηγόσκυλα και ειδικότερα για
τους σκύλους-δείκτες. Σε λίγο καιρό εφαρμόζοντας τις οδηγίες κάποιων ειδικών
που έγραφαν στα περιοδικά, με ηρεμία και υπομονή, έκανα την Άσκα μου ένα τέλεια
εκπαιδευμένο κυνηγόσκυλο. Τότε ένας φίλος μου με γνώρισε με τον κύριο Γκόπη,
δικηγόρο και κριτή σκύλων, λάτρη των Επανιέλ Μπρετόν. Παρατήρησε τη σκύλα μου,
την αξιολόγησε μορφολογικά και αφού την είδε και στο χωράφι, μου είπε ότι την
είχα πολύ καλά εκπαιδευμένη και ότι μπορούσε να λάβει μέρος σε αγώνες με μια
πιο ειδική προπόνηση (στην Ελλάδα δε γίνονταν ακόμη αγώνες το 1992). Άρχισα,
λοιπόν να ψάχνω σε ότι περιοδικό κυκλοφορούσε οτιδήποτε σχετικό για αγώνες, και
να πλουτίζω τις γνώσεις μου συνέχεια.
Μετά από λίγο καιρό άρχισαν οι κυνηγετικοί αγώνες και στην Ελλάδα. Με την
εμπειρία από τους εθνικούς αγώνες και με τις συμβουλές από τους έμπειρους
Σέρβους κριτές, που έφερνε ο όμιλος Επανιέλ Μπρετόν, έχοντας και έναν σκύλο,
τον Άρη, υψηλών προδιαγραφών, που τον εκπαίδευσα ο ίδιος, έλαβα μέρος με την
Εθνική Ομάδα Επανιέλ Μπρετόν σε δυο Πανευρωπαϊκά Πρωταθλήματα, οδήγησα το σκύλο
μου σε τέσσερις αγώνες και στάθηκα με αξιοπρέπεια εγώ ο μικρός Γιάννης δίπλα
στα μεγάλα ονόματα της παγκόσμιας αγωνιστικής κυνοφιλίας. Ένα μεγάλο μέρος της
γνώσης μου το οφείλω στα κυνηγετικά περιοδικά που διάβαζα αποκτώντας σωστές
βάσεις κυνηγετικής παιδείας και εκπαίδευσης. Θέλω να ευχαριστήσω όλους τους
Έλληνες και ξένους εκπαιδευτές και κυνηγούς που με τα άρθρα τους και τις
γνώσεις τους με βοήθησαν να βρω ένα φως στο τούνελ της σωστής εκπαίδευσης του
αγαπημένου μας συνεργάτη στο κυνήγι του Σκύλου.
Ανθόπουλους Γιάννης
τηλ: 2310-69 68 37
κιν: 6936 59 31 69